Έρευνα για το Brain Gain και τους Έλληνες που επέστρεψαν στη χώρα
Kυριότεροι τομείς απασχόλησης όσων επέστρεψαν:Κατασκευές (11%), Εκπαίδευση (10%), Νέες Τεχνολογίες – Πληροφορική (10%), Συμβουλευτικές Υπηρεσίες (7), Υγεία (7%), Χονδρικό – Λιανικό Εμπόριο (6%), Τουρισμός (6%).
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα έρευνας του Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ) για το Brain Gain :.
Η πλειονότητα των ερωτώμενων έφυγε στο εξωτερικό κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα (2010-2012).
Όσον αφορά τις χώρες προορισμού, πρώτη είναι η Γερμανία (25%) και ακολουθούν η Μεγάλη Βρετανία (16%) και η Ολλανδία (8%).
Οι κύριοι λόγοι που οδήγησαν στη μετεγκατάσταση στο εξωτερικό ήταν οικονομικοί και επαγγελματικοί (89%), και μόνο 10% προσωπικοί και οικογενειακοί λόγοι.
Ο κύριος όγκος του δείγματος, που επέλεξε ως τόπο διαμονής και εργασίας το εξωτερικό, προήλθε από ανθρώπους που ζούσαν στην Ελλάδα (81%), ενώ μόλις το 17% αποφάσισε να παραμείνει στο εξωτερικό όπου είχε μεταβεί για σπουδές.
Το 60% των εργαζομένων απορροφήθηκε από τον ιδιωτικό τομέα, ενώ μόλις το 11% απασχολήθηκε στο Δημόσιο.
Επίσης, το 13% δήλωσε ελεύθερος επαγγελματίας και το 3% ιδιοκτήτης επιχείρησης.
Το 58% των εργαζομένων είχε μηνιαίες αποδοχές άνω των 3.000 ευρώ (μεικτά μηνιαίως), γεγονός που σχετίζεται με το διαφορετικό κόστος ζωής.
Οι περισσότεροι (ποσοστό 73%) δήλωσαν ότι η εμπειρία στο εξωτερικό τους έκανε πιο ανταγωνιστικούς, και εφαρμόζουν στην τωρινή τους εργασία (ποσοστό 74%) την τεχνογνωσία και τις δεξιότητες που απέκτησαν εκείνη την περίοδο.
Η νέα ζωή στην Ελλάδα
Η τάση επιστροφής (Βrain Gain) στην Ελλάδα ξεκίνησε και εντάθηκε σημαντικά μετά το 2019.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι φορολογικά κίνητρα ειδικά στοχευμένα σε Έλληνες που επαναπατρίζονται δεν αποτέλεσαν σημαντικό λόγο επιστροφής (το 84% δεν εκμεταλλεύτηκε κάποιο φορολογικό κίνητρο στοχευμένο σε Έλληνες που επαναπατρίζονται).
Το 67,6% όσων επέλεξαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα έχει οικογένεια. Επίσης, το 52% των ερωτώμενων έχει παιδιά.
Όσον αφορά την επαγγελματική κατάσταση, το 50% εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, το 26% έχει αναπτύξει επιχειρηματική δράση (21% ελεύθεροι επαγγελματίες και 5% ιδιοκτήτες επιχείρησης), και μόλις το 11% εργάζεται στον δημόσιο τομέα.
Η επιστροφή στην Ελλάδα φαίνεται ότι έχει ενισχύσει συνολικά την ελληνική οικονομία, συμβάλλοντας έτσι στην περαιτέρω ανάπτυξη.
Οι κυριότεροι τομείς απασχόλησης όσων επέστρεψαν είναι οι ακόλουθοι: Κατασκευές (11%), Εκπαίδευση (10%), Νέες Τεχνολογίες – Πληροφορική (10%), Συμβουλευτικές Υπηρεσίες (7), Υγεία (7%), Χονδρικό – Λιανικό Εμπόριο (6%), Τουρισμός (6%).
Το μεγαλύτερο ποσοστό του ανθρώπινου δυναμικού (46%) απασχολείται σε ελληνικές επιχειρήσεις και οργανισμούς, ενώ το 21% δηλώνει «αυτοαπασχολούμενος/ελεύθερος επαγγελματίας». Το 7% εργάζεται εξ αποστάσεως για εταιρεία/οργανισμό του εξωτερικού.
Όσον αφορά τις μηνιαίες αποδοχές στην Ελλάδα (μεικτά μηνιαίως), το 44% λαμβάνει αποδοχές άνω των 1.500 ευρώ (το 27% από 1.501 έως 3.000 ευρώ, το 17% από 3.001 ευρώ και άνω).
Η Ελλάδα ως τόπος να ζεις
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, η Ελλάδα αξιολογείται από το 55% των ερωτηθέντων ως «ένας καλός τόπος για να ζει κανείς», κάτι που αναδεικνύεται και στην αξιολόγηση των επιμέρους χαρακτηριστικών της Ελλάδας, όπου ξεχωρίζει η ποιότητα ζωής, με το ποσοστό θετικής γνώμης να ανέρχεται σε 56%.
Στο ερώτημα «Τι θα βοηθούσε στον επαναπατρισμό περισσότερων Ελλήνων του εξωτερικού;», το 79% απαντάει «Καλύτερη λειτουργία των θεσμών» (Πάρα πολύ & Αρκετά) και το 78% «Βελτίωση και εκσυγχρονισμός στις δομές και τις υποδομές του κράτους».
Όσον αφορά τις μελλοντικές προοπτικές, το 51% δηλώνει αισιοδοξία για το μέλλον (σίγουρα ή μάλλον ναι), και η πλειονότητα (49% σίγουρα ή μάλλον ναι) θα παρότρυνε φιλικό ή συγγενικό πρόσωπο που εργάζεται στο εξωτερικό να επιστρέψει στην Ελλάδα.
H ταυτότητα της έρευνας
Το δείγμα της έρευνας, που υλοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2024, περιλαμβάνει 602 πολίτες από τις 13 περιφέρειες της χώρας, οι οποίοι έζησαν και εργάστηκαν στο εξωτερικό κατά τη δεκαετία 2010-2019 και σήμερα έχουν επιστρέψει μόνιμα και εργάζονται στην Ελλάδα. Η συλλογή των στοιχείων πραγματοποιήθηκε, σε συνεργασία με την Kapa Research, μέσω τηλεφωνικών και διαδικτυακών συνεντεύξεων. Η πλειονότητα των επαναπατρισθέντων που συμμετείχαν στην έρευνα ήταν άνδρες (72%), ηλικίας 35-54 ετών (71%), υψηλής εξειδίκευσης (το 79% είναι κάτοχοι πτυχίου ή μεταπτυχιακού), με σπουδές στην Ελλάδα (87%, σύνολο ή μέρος των σπουδών).